Σμάλτο στα πολωνικά

Μετάφραση: σμάλτο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
emaliowanie, polewać, emaliować, szkliwo, emalia, lakier, szkliwa, emalii
Σμάλτο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σμάλτο

σμάλτο σε μέταλλο, σμάλτο για πλακάκια, σμάλτο δοντιών, σμάλτο γυαλιού, σμάλτο χρώματα, σμάλτο λεξικό γλώσσας πολωνικά, σμάλτο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σκώμμα στα πολωνικά - kpić, przymówka, drwić, docinek, przycinek, kpina, rzucać, ...
  • σκώρος στα πολωνικά - mól, ćma, moth, ćmy, mole
  • σμάρι στα πολωνικά - mrowić, rój, chmara, mrowie, tłoczyć, cisnąć, wyroić, ...
  • σμήνος στα πολωνικά - mrowie, tłoczyć, czereda, mrowić, wyroić, cisnąć, rojowisko, ...
Τυχαίες λέξεις
Σμάλτο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: emaliowanie, polewać, emaliować, szkliwo, emalia, lakier, szkliwa, emalii