Terminowy στα ελληνικά

Μετάφραση: terminowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορά, ώρα, καιρός, χρόνος, προς τα εμπρός, εμπρός, μπροστά, τα εμπρός, υποβάλει
Terminowy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • drukowany στα ελληνικά - τυπωμένα, τυπωμένο, τυπωμένες, εκτυπώνονται, εκτυπωθεί
  • duplikować στα ελληνικά - διπλότυπο, αντίγραφο, εις διπλούν, διπλούν, επαναλάβει
  • granatowiec στα ελληνικά - ρόδι, ροδιού, το ρόδι, ροδιών, του ροδιού
Τυχαίες λέξεις
Terminowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορά, ώρα, καιρός, χρόνος, προς τα εμπρός, εμπρός, μπροστά, τα εμπρός, υποβάλει