Twór στα ελληνικά

Μετάφραση: twór, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννοβολώ, δημιουργία, αριστερός, γεννώ, πλάσμα, σχηματισμός, λιμάνι, διαμόρφωση, σχηματισμό, σχηματισμού, το σχηματισμό
Twór στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blanka στα ελληνικά - Blanka, Η Μπλάνκα, Μπλάνκα, Μπιάνκα, αθλήτρια ύψους Μπλάνκα
  • chłodziarka στα ελληνικά - ψυγείο, ψυγείου, ψυγείων
  • cynobrowy στα ελληνικά - κιννάβαρι, Cinnabar, κινναβαρίτης, κιννάβαρης, κινναβάρι
  • droczyć στα ελληνικά - ξεμπλέκω, πειράζω, πειράζουν, πειράζει, πείραγμα, tease
Τυχαίες λέξεις
Twór στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννοβολώ, δημιουργία, αριστερός, γεννώ, πλάσμα, σχηματισμός, λιμάνι, διαμόρφωση, σχηματισμό, σχηματισμού, το σχηματισμό