Wąwóz στα ελληνικά

Μετάφραση: wąwóz, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγαρίζω, χαράδρα, λερώνω, φαράγγι, κηλιδώνω, ρεματιά, βεβηλώνω, χαντάκι, λαγκάδι, λαγκάδα, φαραγγιού, φαράγγι του, φαράγγι της
Wąwóz στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • albo στα ελληνικά - ή, και, ή να, είτε, ή την
  • blisko στα ελληνικά - κοντά, πνιγηρός, από, κολλητός, αποπνιχτικός, στενή, κλείσιμο, ...
  • chałupa στα ελληνικά - θαλαμίσκος, καμπίνα, υπόστεγο, καλύβα, Ξύλινη Καλύβα, Shack, παράγκα, ...
  • fał στα ελληνικά - σχοινί ιστίου, σχοινί σημαίας, υπέρα, υπέρας, halyard
Τυχαίες λέξεις
Wąwóz στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγαρίζω, χαράδρα, λερώνω, φαράγγι, κηλιδώνω, ρεματιά, βεβηλώνω, χαντάκι, λαγκάδι, λαγκάδα, φαραγγιού, φαράγγι του, φαράγγι της