Waga στα ελληνικά
Μετάφραση: waga, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιθοβολώ, κλίμακα, ζυγαριά, πλάστιγγα, πετροβολώ, ζυγιάζω, λέπι, πέτρα, ζυγίζω, ισορροπία, ισοζύγιο, στιγμή, κλίμακας, βαρύτητα, βάρος, κλιμάκωση, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bazowanie στα ελληνικά - ανάστημα, κορμοστασιά, χτίζω, μπόι, Η αναφορά, αναφορά σε, Η αναφορά σε, ...
- ciągnik στα ελληνικά - τρακτέρ, ελκυστήρα, ελκυστήρας, ελκυστήρων, του ελκυστήρα
- forma στα ελληνικά - μορφή, μούχλα, σχήμα, δελτίο, μορφώνω, σχηματίζω, διαμορφώνω, ...
- historyk στα ελληνικά - ιστοριογράφος, ιστορικός, ιστορικό, ιστορικού, ο ιστορικός
Τυχαίες λέξεις
Waga στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιθοβολώ, κλίμακα, ζυγαριά, πλάστιγγα, πετροβολώ, ζυγιάζω, λέπι, πέτρα, ζυγίζω, ισορροπία, ισοζύγιο, στιγμή, κλίμακας, βαρύτητα, βάρος, κλιμάκωση, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Μεταφράσεις: λιθοβολώ, κλίμακα, ζυγαριά, πλάστιγγα, πετροβολώ, ζυγιάζω, λέπι, πέτρα, ζυγίζω, ισορροπία, ισοζύγιο, στιγμή, κλίμακας, βαρύτητα, βάρος, κλιμάκωση, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους