Wciśnięcie στα ελληνικά
Μετάφραση: wciśnięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρεσάρω, πιέζω, πάτημα, πιέζοντας, πατώντας, πίεση, το πάτημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- balonik στα ελληνικά - μπαλόνι, φούσκα, φουσκάλα, αερόστατο, παφλάζω, μπαλονιού, μπαλονάκι, ...
- dokuczliwy στα ελληνικά - φορτικός, ενοχλητικός, εμπαθής, κακεντρεχής, μοχθηρός, γκρίνια, κακόκεφο, ...
- energooszczędny στα ελληνικά - εξοικονόμησης ενέργειας, εξοικονόμηση ενέργειας, εξοικονόμησηε ενέργειας, εξοικονομούν ενέργεια, με εξοικονόμηση ενέργειας
- intermedium στα ελληνικά - διάλειμμα, ιντερλούδιο, interlude, παρένθεση, ανάπαυλα
Τυχαίες λέξεις
Wciśnięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρεσάρω, πιέζω, πάτημα, πιέζοντας, πατώντας, πίεση, το πάτημα
Μεταφράσεις: πρεσάρω, πιέζω, πάτημα, πιέζοντας, πατώντας, πίεση, το πάτημα