Wyśledzić στα ελληνικά

Μετάφραση: wyśledzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίχνη, μέρος, εντοπίζω, μονοπάτι, πίστα, σπυρί, βούλα, εντοπίσουμε, εντοπίσει, εντοπίσουν, εντοπίσει τους, παρακολουθήσετε
Wyśledzić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • awantura στα ελληνικά - διαπληκτίζομαι, κωπηλατώ, σειρά, ταραχή, καυγαδίζω, καυγάς, συμπλοκή, ...
  • całonocny στα ελληνικά - nightlong
  • derywować στα ελληνικά - προέρχομαι, αντλώ, παράγομαι, αντλούν, απορρέουν, αντλήσει, αποκομίζουν, ...
  • grawiura στα ελληνικά - χαρακτική, χαρακτικής, εγχάραξη, εγχάραξη με, χαρακτικό
Τυχαίες λέξεις
Wyśledzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίχνη, μέρος, εντοπίζω, μονοπάτι, πίστα, σπυρί, βούλα, εντοπίσουμε, εντοπίσει, εντοπίσουν, εντοπίσει τους, παρακολουθήσετε