Afirmar στα ελληνικά
Μετάφραση: afirmar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικυρώνω, διαβεβαιώνω, βεβαιώνω, αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, διεκδίκηση, αξίωσης
Μεταφράσεις
- afinar στα ελληνικά - στυφότητα, ξύνω, ακονίζω, οξυδέρκεια, τελειοποιήσουν, μικροσυντονισμό, πραγματοποιήσετε μικροσυντονισμό, ...
- afinidade στα ελληνικά - αγχιστεία, συνάφεια, έλξη, συγγένεια, συγγένειας, συνάφειας, συγγενείας
- afirme στα ελληνικά - υποστηρίζω, διεκδικώ, αξιώσεις, ισχυρισμοί, απαιτήσεων, απαιτήσεις, ισχυρισμούς
- afixar στα ελληνικά - πρόσφυμα, προσθέτω, τοποθετεί, επιθέτει, επιθέσει, θέτει, τοποθετούν
Τυχαίες λέξεις
Afirmar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικυρώνω, διαβεβαιώνω, βεβαιώνω, αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, διεκδίκηση, αξίωσης
Μεταφράσεις: επικυρώνω, διαβεβαιώνω, βεβαιώνω, αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, διεκδίκηση, αξίωσης