Aquisição στα ελληνικά

Μετάφραση: aquisição, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδεξιότητα, απόκτηση, διενέργεια, αγοράζω, απόκτημα, ικανότητα, τέχνη, αγορά, φιλοτεχνία, εξαγορά, απόκτησης, εξαγοράς
Aquisição στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aquiescer στα ελληνικά - αφήνω, άδεια, ενοικιάζομαι, συναινώ, επιτρέπω, συναίνω, συναινούν, ...
  • aquilo στα ελληνικά - που, εκείνος, ότι, ότι η, ώστε, ότι οι
  • aquário στα ελληνικά - ενυδρείο, ενυδρείου, ενυδρείων, του ενυδρείου, το ενυδρείο
  • aquático στα ελληνικά - υδρόβιος, νερό, νερού, ύδατος, ύδωρ, υδάτων
Τυχαίες λέξεις
Aquisição στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδεξιότητα, απόκτηση, διενέργεια, αγοράζω, απόκτημα, ικανότητα, τέχνη, αγορά, φιλοτεχνία, εξαγορά, απόκτησης, εξαγοράς