Περιστατικό στα πορτογαλικά
Μετάφραση: περιστατικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caso, pleito, assunto, processo, armário, incidente, incidentes, incidente de, acidente, de incidentes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιστατικό
περιστατικό συνώνυμο, περιστατικό συνώνυμα, περιστατικό στην πάρο, περιστατικό του ρόσγουελ, περιστατικό με την aegean air, περιστατικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, περιστατικό στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- περιστέλλω στα πορτογαλικά - confinar, demarcar, restringir, limitar, restrição, limite, stint, ...
- περιστέρι στα πορτογαλικά - pomba, pombo, porco, dove, mergulhou, da pomba
- περιστεράκι στα πορτογαλικά - gorducho, borracho, almofada, coxim, otomana
- περιστολή στα πορτογαλικά - redução, redução de, diminuição, de redução, a redução
Τυχαίες λέξεις
Περιστατικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: caso, pleito, assunto, processo, armário, incidente, incidentes, incidente de, acidente, de incidentes
Μεταφράσεις: caso, pleito, assunto, processo, armário, incidente, incidentes, incidente de, acidente, de incidentes