Basto στα ελληνικά

Μετάφραση: basto, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφθονος, εκτεταμένος, πυκνός, διεξοδικός, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό
Basto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baste στα ελληνικά - επαρκώ, επαρκής, τρυπώνω, βελονιάζω, ραβδίζω, αλείφω με λίπος, περιχύνω κρέας με σάλτσα
  • bastidor στα ελληνικά - παγκάκι, πάγκος, έδρανο, έδρα, πλαίσιο, καρέ, πλαισίου, ...
  • bastão στα ελληνικά - νυχτερίδα, ρόπαλο, ΒΔΤ, ρόπαλο του, νυχτερίδας
  • bata στα ελληνικά - κατσαρίδα, μπλούζα εργασίας, μπλούζες, smock, καρδαμίνης, δημιουργία ποδιάς
Τυχαίες λέξεις
Basto στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφθονος, εκτεταμένος, πυκνός, διεξοδικός, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό