Cargo στα ελληνικά
Μετάφραση: cargo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταχυδρομώ, δοκάρι, δεξίωση, ρόλος, θώκος, λειτουργώ, πόστο, λειτουργία, σκοπός, γραφείο, χρησιμοποιώ, σταθμός, χρήση, τίτλος θέσης εργασίας, εργασίας τίτλος θέσης εργασίας, τίτλο εργασίας, επαγγελματική ιδιότητα, τον τίτλο εργασίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- carecer στα ελληνικά - υστέρημα, έλλειψη, απαιτούν, απαιτεί, απαιτήσει, αναγκαία, απαιτούσε
- carga στα ελληνικά - δουλειές, ρυτίδα, επενδύω, γεμίζω, βάρος, κατάληψη, φροντίδα, ...
- caril στα ελληνικά - καταριέμαι, κάρι, κάρυ, κάρρυ, curry, με κάρυ
- carimbar στα ελληνικά - χαρτόσημα, γραμματόσημο, σφραγίδα, σφραγίδας, χαρτοσήμου, τη σφραγίδα
Τυχαίες λέξεις
Cargo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταχυδρομώ, δοκάρι, δεξίωση, ρόλος, θώκος, λειτουργώ, πόστο, λειτουργία, σκοπός, γραφείο, χρησιμοποιώ, σταθμός, χρήση, τίτλος θέσης εργασίας, εργασίας τίτλος θέσης εργασίας, τίτλο εργασίας, επαγγελματική ιδιότητα, τον τίτλο εργασίας
Μεταφράσεις: ταχυδρομώ, δοκάρι, δεξίωση, ρόλος, θώκος, λειτουργώ, πόστο, λειτουργία, σκοπός, γραφείο, χρησιμοποιώ, σταθμός, χρήση, τίτλος θέσης εργασίας, εργασίας τίτλος θέσης εργασίας, τίτλο εργασίας, επαγγελματική ιδιότητα, τον τίτλο εργασίας