Derreter στα ελληνικά
Μετάφραση: derreter, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέλος, λιώνω, στέλεχος, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως
Μεταφράσεις
- derrame στα ελληνικά - χιμώ, βάζω, μιζέρια, πενία, ρίχνω, ένδεια, φτώχεια, ...
- derrapar στα ελληνικά - επιτήδειος, ικανός, ντεραπάρω, γλιστρώ, έντεχνος, ολισθαίνω, ολισθήσεως, ...
- derribar στα ελληνικά - ανατροπή, ανατροπής, πτώση, την ανατροπή, συντριβή
- derrocadas στα ελληνικά - κατολίσθηση, κατολισθήσεις, κατολισθήσεων, οι κατολισθήσεις, τις κατολισθήσεις, των κατολισθήσεων
Τυχαίες λέξεις
Derreter στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέλος, λιώνω, στέλεχος, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως
Μεταφράσεις: μέλος, λιώνω, στέλεχος, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως