Digno στα ελληνικά

Μετάφραση: digno, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραυματίζω, άξιος, τραυματισμός, τραύμα, επιβλητικός, αξιοπρεπής, λαβώνω, αξίζει, άξια, αντάξια, άξιο
Digno στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • digestão στα ελληνικά - πέψη, ψηφίο, χώνεψη, χώνευση, πέψης, την πέψη, πέψεως
  • dignidade στα ελληνικά - αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά
  • dilacerar στα ελληνικά - σκίζω, σχίζω, δάκρυ, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί
  • dilapidado στα ελληνικά - επιμελής, εργατικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες
Τυχαίες λέξεις
Digno στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραυματίζω, άξιος, τραυματισμός, τραύμα, επιβλητικός, αξιοπρεπής, λαβώνω, αξίζει, άξια, αντάξια, άξιο