Escritório στα ελληνικά

Μετάφραση: escritório, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θρανίο, κύρος, αξιωματικός, εξουσία, στέλεχος, θώκος, πρακτορείο, υπηρεσία, γραφείο, αυθεντία, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
Escritório στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • escrito στα ελληνικά - λάθος, γραπτή, γραπτές, έγγραφη, γραμμένο, γραπτής
  • escritor στα ελληνικά - συγγραφέας, πηγή, συγγραφέα, εγγραφής, γράφων
  • escritórios στα ελληνικά - γραφείο, θώκος, γραφεία, γραφείων, τα γραφεία, υπηρεσίες, υπηρεσιών
  • escrutínio στα ελληνικά - ψηφίζω, ψήφος, έλεγχο, έλεγχος, ελέγχου, εξέταση, έλεγχο στην οποία
Τυχαίες λέξεις
Escritório στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θρανίο, κύρος, αξιωματικός, εξουσία, στέλεχος, θώκος, πρακτορείο, υπηρεσία, γραφείο, αυθεντία, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο