Estação στα ελληνικά
Μετάφραση: estação, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάθισμα, νοστιμίζω, περίοδο, περίοδος, καθίζω, σταθμός, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- estar στα ελληνικά - βρίσκομαι, διανύω, υπάρχω, ύπαρξη, μένω, είμαι, είναι, ...
- estarreça στα ελληνικά - έδαφος, τρομάζω, τρομοκρατήσει, τρομοκρατεί, τρομοκρατήσουν, τρομοκρατήσεις ένα
- estações στα ελληνικά - περίοδο, νοστιμίζω, σταθμός, περίοδος, σταθμοί, σταθμών, σταθμούς, ...
- este στα ελληνικά - αυτό, αυτός, αγκάθι, αυτή, ανατολή, αυτό το ένα
Τυχαίες λέξεις
Estação στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάθισμα, νοστιμίζω, περίοδο, περίοδος, καθίζω, σταθμός, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
Μεταφράσεις: κάθισμα, νοστιμίζω, περίοδο, περίοδος, καθίζω, σταθμός, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου