Estreitar στα ελληνικά

Μετάφραση: estreitar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαίσιος, αγκαλιάζω, στενός, πελώριος, τεράστιος, narrow
Estreitar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • estrebaria στα ελληνικά - στάβλος, σταθερός, σταθερή, σταθερό, σταθερά, σταθερές
  • estreitamento στα ελληνικά - ρόγα, τσιμπώ, στενός, στενό, στενά, στενή, στενές
  • estreito στα ελληνικά - κλώνος, στενός, εξοκέλλω, νήμα, πορθμός, κοντά, στενή, ...
  • estrela στα ελληνικά - πρωταγωνιστής, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
Τυχαίες λέξεις
Estreitar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαίσιος, αγκαλιάζω, στενός, πελώριος, τεράστιος, narrow