Excessivamente στα ελληνικά

Μετάφραση: excessivamente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταλλάσσω, συνάλλαγμα, επίσης, λογομαχία, διαφωνία
Excessivamente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • excepcional στα ελληνικά - υπερβολικός, εξαιρετικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες
  • excepto στα ελληνικά - διασώζω, αποκρούω, αποταμιεύω, εκτός, εκτός από, εξαίρεση, με εξαίρεση
  • excessivo στα ελληνικά - υπερβολικός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού
  • excesso στα ελληνικά - έκπληξη, πλεόνασμα, περίσσευμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, ...
Τυχαίες λέξεις
Excessivamente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταλλάσσω, συνάλλαγμα, επίσης, λογομαχία, διαφωνία