Inclusiva στα ελληνικά

Μετάφραση: inclusiva, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισόδημα, απολαβή, χωρίς αποκλεισμούς, αποκλεισμούς, inclusive, συμπεριλαμβανομένων, συμπεριλαμβανομένου
Inclusiva στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inclinação στα ελληνικά - ρανίδα, ξυλεία, γέρνω, κατηφορίζω, μειώνομαι, ροπή, τάση, ...
  • incluir στα ελληνικά - μάντρα, περίφραγμα, ενσωματώνω, περικλείω, εσώκλειστο, περίφραξη, περιλαμβάνω, ...
  • incomodar στα ελληνικά - ενοχλούμαι, ενοχλώ, κωλυσιεργώ, κόπος, παρενοχλώ, παρακωλύω, σκοτίζομαι, ...
  • incomparável στα ελληνικά - ιδιόμορφος, μοναδικός, ενικός, ταίρι, απαράμιλλη, ασύγκριτη, μη συμφωνημένα, ...
Τυχαίες λέξεις
Inclusiva στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισόδημα, απολαβή, χωρίς αποκλεισμούς, αποκλεισμούς, inclusive, συμπεριλαμβανομένων, συμπεριλαμβανομένου