Intimidar στα ελληνικά
Μετάφραση: intimidar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκφοβίζω, εκφοβίσει, εκφοβίσουν, εκφοβισμό, εκφοβίζουν, εκφοβίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- intimar στα ελληνικά - καλώ, διατάσσω, διατάξει, διαταχθεί, προειδοποιήσει, διατάξει την
- intimação στα ελληνικά - ήλιος, κλήτευση, κλήση, κλήτευσης, κλήση που, κλήτευση να εμφανιστεί ενώπιον
- intitular στα ελληνικά - είσοδος, ύφος, σημαίνω, επιθυμία, τηλεφωνώ, καημός, κλήση, ...
- intoxicação στα ελληνικά - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
Τυχαίες λέξεις
Intimidar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκφοβίζω, εκφοβίσει, εκφοβίσουν, εκφοβισμό, εκφοβίζουν, εκφοβίζει
Μεταφράσεις: εκφοβίζω, εκφοβίσει, εκφοβίσουν, εκφοβισμό, εκφοβίζουν, εκφοβίζει