Menoridade στα ελληνικά
Μετάφραση: menoridade, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- menina στα ελληνικά - κούκλα, βρέφος, παραδίνω, χάνω, δίνω, κόμματος, πεζικό, ...
- menino στα ελληνικά - βρέφος, παιδί, συνάδελφος, αγόρι, άντρας, τύπος, πεζικό, ...
- menos στα ελληνικά - δερμάτινος, μειώνω, χωρίς, άνευ, μικραίνω, ελαττώνω, μείον, ...
- mensageiro στα ελληνικά - αγγελιοφόρος, αγγελιαφόρος, Messenger, αγγελιοφόρο, αγγελιοφόρου
Τυχαίες λέξεις
Menoridade στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων