Mordida στα ελληνικά
Μετάφραση: mordida, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώνω, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Μεταφράσεις
- mordente στα ελληνικά - αναίδεια, θράσος, θρασύτητα, μάγουλο, μάγουλό, μάγουλου, παρειάς, ...
- morder στα ελληνικά - δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
- mordidela στα ελληνικά - τσιμπολόγημα, ροκανίζω, ημιψηφιόλεξη, περιτρώγω, nibble, μισό byte
- moreno στα ελληνικά - καστανός, καφέ, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
Τυχαίες λέξεις
Mordida στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώνω, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Μεταφράσεις: δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώνω, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει