Ύψος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ύψος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
altura, altitude, pico, vértice, extremidade, talão, salto, alto, ápice, cimo, cume, eminência, altura de, de altura, altura do, a altura
Ύψος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύψος

ύψος λιάγκα, ύψος διάσημων, ύψος αποζημίωσης δικαστικών αντιπροσώπων 2014, ύψος εκλογικής αποζημίωσης δικαστικών αντιπροσώπων 2014, ύψος παιδιών, ύψος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ύψος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ύφος στα πορτογαλικά - maneira, modo, intitular, forma, estábulo, chiqueiro, moda, ...
  • ύψιστος στα πορτογαλικά - maior, mais alta, mais alto, mais elevado, mais elevada
  • ύψωση στα πορτογαλικά - vértice, extremidade, ápice, pico, cume, cimo, subir, ...
  • ώθηση στα πορτογαλικά - pressão, repercutir, impulso, impulsão, estocada, empuxo
Τυχαίες λέξεις
Ύψος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: altura, altitude, pico, vértice, extremidade, talão, salto, alto, ápice, cimo, cume, eminência, altura de, de altura, altura do, a altura