Território στα ελληνικά

Μετάφραση: território, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρμοδιότητα, τρομοκρατία, κυριαρχία, επαρχία, έδαφος, επικράτεια, εδάφους, έδαφός, επικράτειά
Território στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • terreno στα ελληνικά - τρομερός, έδαφος, φοβερός, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους
  • terrestre στα ελληνικά - γη, γης, της γης, γαιών, εκτάσεις
  • terror στα ελληνικά - πανικοβάλλω, τρόμος, πανικός, τρομοκρατίας, της τρομοκρατίας, τρόμου, τρομοκρατία
  • terrorismo στα ελληνικά - πανικοβάλλω, τρομοκράτης, τρομοκρατία, τρόμος, πανικός, τρομοκρατίας, της τρομοκρατίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Território στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρμοδιότητα, τρομοκρατία, κυριαρχία, επαρχία, έδαφος, επικράτεια, εδάφους, έδαφός, επικράτειά