Κυριαρχία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κυριαρχία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
províncias, esfera, província, território, soberania, a soberania, da soberania
Κυριαρχία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυριαρχία

κυριαρχία ταινία, κυριαρχία 2014, κυριαρχία τζόνι ντεπ, κυριαρχία ετερότητα δικαιώματα, κυριαρχία johnny depp, κυριαρχία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κυριαρχία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κυρίαρχος στα πορτογαλικά - julgamento, sumo, soberano, lembrança, soberana, soberania, soberanos, ...
  • κυρίως στα πορτογαλικά - principalmente, sobretudo, essencialmente
  • κυριαρχώ στα πορτογαλικά - dominar, domiciliar, avassalar, subjugar, Overmaster
  • κυριολεκτικά στα πορτογαλικά - literalmente, literal
Τυχαίες λέξεις
Κυριαρχία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: províncias, esfera, província, território, soberania, a soberania, da soberania