Utópico στα ελληνικά
Μετάφραση: utópico, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεστομίζω, απόλυτος, καθαρός, εκστομίζω, ουτοπικός, ουτοπικό, Ουτοπική, πιο ουτοπική, ΟΥΤΟΠΙΚΟΣ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- utilidade στα ελληνικά - χρησιμότητα, βοηθητικό πρόγραμμα, χρησιμότητας, βοηθητικό, κοινής ωφέλειας
- utilizar στα ελληνικά - χρησιμοποιώ, χρήση, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
- uva στα ελληνικά - σταφύλι, σταφυλιών, σταφυλιού, σταφυλής, σταφυλιών που
- vaca στα ελληνικά - αγελάδα, αγελάδας, αγελάδων, αγελάδες, αγελαδινό
Τυχαίες λέξεις
Utópico στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεστομίζω, απόλυτος, καθαρός, εκστομίζω, ουτοπικός, ουτοπικό, Ουτοπική, πιο ουτοπική, ΟΥΤΟΠΙΚΟΣ
Μεταφράσεις: ξεστομίζω, απόλυτος, καθαρός, εκστομίζω, ουτοπικός, ουτοπικό, Ουτοπική, πιο ουτοπική, ΟΥΤΟΠΙΚΟΣ