Alergător στα ελληνικά
Μετάφραση: alergător, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθλητής, δρομέας, τρέχει ο άνθρωπος, λειτουργίας άνθρωπος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alerga στα ελληνικά - τρέχω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
- alergic στα ελληνικά - αλλεργικός, αλλεργική, αλλεργικές, αλλεργικής, αλλεργικών
- alfabet στα ελληνικά - αλφάβητο, αλφαβήτου, αλφάβητου, αλφαβήτα
- alfabetic στα ελληνικά - αλφαβητικός, αλφαβητικώς, αλφαβητικά, αλφαβητικά Με, αλφαβητική σειρά, αλφαβητική
Τυχαίες λέξεις
Alergător στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθλητής, δρομέας, τρέχει ο άνθρωπος, λειτουργίας άνθρωπος
Μεταφράσεις: αθλητής, δρομέας, τρέχει ο άνθρωπος, λειτουργίας άνθρωπος