Бестселлер στα ελληνικά
Μετάφραση: бестселлер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρώ, σουξέ, χτυπώ, best seller, καλύτερος πωλητής, μπεστ σέλερ, best seller της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бестолковый στα ελληνικά - λωλός, γελοίος, βραδύς, θυμωμένος, τρελός, πολυδάπανος, άμυαλος, ...
- бестрепетный στα ελληνικά - ατρόμητος, intrepid, ατρόμητο, ατρόμητου, απτόητο
- бесформенный στα ελληνικά - άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφα
- бесхарактерность στα ελληνικά - έλλειψη θάρους, μαλθακότητα, έλλειψη αποφασιστικότητος, από αδυναμία
Τυχαίες λέξεις
Бестселлер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρώ, σουξέ, χτυπώ, best seller, καλύτερος πωλητής, μπεστ σέλερ, best seller της
Μεταφράσεις: βαρώ, σουξέ, χτυπώ, best seller, καλύτερος πωλητής, μπεστ σέλερ, best seller της