Бородатый στα ελληνικά
Μετάφραση: бородатый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουσάτος, γενειοφόρος, γενειοφόρου, γενειοφόρο, γενειοφόρους, γενειάδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бородавка στα ελληνικά - κονδύλωμα, κρεατοελλιά, κονδυλωμάτων, μυρμηγκιά, ακροχορδώνα, ακροχόρδονες
- бородавник στα ελληνικά - nipplewort
- бородач στα ελληνικά - γενειοφόρου άνδρα, γενειοφόρος άνδρας, άνδρας με γενειάδα
- бородка στα ελληνικά - γένι, μούσι, βράγχιο, φίμωτρο, ακίδα, δοντιού, δόντι, ...
Τυχαίες λέξεις
Бородатый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουσάτος, γενειοφόρος, γενειοφόρου, γενειοφόρο, γενειοφόρους, γενειάδα
Μεταφράσεις: μουσάτος, γενειοφόρος, γενειοφόρου, γενειοφόρο, γενειοφόρους, γενειάδα