Γενειοφόρος στα ρωσικά

Μετάφραση: γενειοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
остистый, бородатый, бородатого, бородой, бородач, бородатые
Γενειοφόρος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενειοφόρος

γενειοφόρος δράκος φροντιδα, γενειοφόρος δράκος τιμή, γενειοφόρος δράκος, γενειοφόρος φώκια, γενειοφόρος λεξικό γλώσσας ρωσικά, γενειοφόρος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • γενέθλια στα ρωσικά - рождение, начало, день рождения, рождения, Дни рождения, дня рождения
  • γενίκευση στα ρωσικά - обобщение, обобщением, обобщения, обобщении, обобщает
  • γενετικός στα ρωσικά - генетический, генетическая, генетическое, генетических, генетического
  • γενιά στα ρωσικά - порождение, образование, поколение, генерирование, лет, генерация, племя, ...
Τυχαίες λέξεις
Γενειοφόρος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: остистый, бородатый, бородатого, бородой, бородач, бородатые