Бракераж στα ελληνικά
Μετάφραση: бракераж, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρέ, απόρριψη, ανακόπτω, σταματώ, επιθεώρηση, αναχαιτίζω, brakerazh
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- брайан στα ελληνικά - Brian, Ο Brian, Μπράιαν, τον Brian
- брак στα ελληνικά - σπίρτο, σκουπίδια, υστέρημα, παντρειά, ψεγάδι, αθετώ, έλλειψη, ...
- бракованный στα ελληνικά - ελαττωματικός, ελλειπτικός, ελαττωματικό, ελαττωματικά, ελαττωματικών, ελαττωματική
- браковать στα ελληνικά - αποφάγια, έλλειψη, υστέρημα, ρίξιμο, επιτελείο, καταδικάζω, βολή, ...
Τυχαίες λέξεις
Бракераж στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρέ, απόρριψη, ανακόπτω, σταματώ, επιθεώρηση, αναχαιτίζω, brakerazh
Μεταφράσεις: καρέ, απόρριψη, ανακόπτω, σταματώ, επιθεώρηση, αναχαιτίζω, brakerazh