Вакантный στα ελληνικά

Μετάφραση: вакантный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κενός, άδειος, κενή, κενές, κενών, κενό
Вакантный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вайя στα ελληνικά - φύλλο, θαλλών, θαλλού, θαλλό
  • вакансия στα ελληνικά - κενό, αποφυγή, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων
  • вакация στα ελληνικά - διακοπές, διακοπών, για διακοπές, τις διακοπές, Ξενοδοχεία
  • вакса στα ελληνικά - βαφή υποδημάτων, βάψιμο, βερνίκι, το βάψιμο, βάψιμο των
Τυχαίες λέξεις
Вакантный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κενός, άδειος, κενή, κενές, κενών, κενό