Долголетие στα ελληνικά

Μετάφραση: долголетие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μακρύς, μεγάλος, μακροβιότητα, μακροζωία, μακροζωίας, τη μακροζωία, διάρκεια ζωής
Долголетие στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • долгожительство στα ελληνικά - μακροβιότητα, μακροζωία, μακροζωίας, τη μακροζωία, διάρκεια ζωής
  • долгоиграющий στα ελληνικά - μακράς διαρκείας, μακράς διάρκειας, μακροχρόνιες, μακροχρόνια, μακρόχρονη
  • долголетний στα ελληνικά - μακρύς, μεγάλος, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
  • долгоножка στα ελληνικά - μύγες, μυγών, τις μύγες, ευθεία, μύγες των
Τυχαίες λέξεις
Долголетие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μακρύς, μεγάλος, μακροβιότητα, μακροζωία, μακροζωίας, τη μακροζωία, διάρκεια ζωής