Дробить στα ελληνικά

Μετάφραση: дробить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζουλώ, συνωστισμός, λίμπρα, γλύφω, σπάζω, λαξεύω, μύλος, μάντρα, αντεπίθεση, διάλειμμα, συνθλίβω, σκαλίζω, διάλλειμα, λίβρα, εργοστάσιο, κοπανίζω, συντριβή, φλερτ, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συνθλίβετε
Дробить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дробильщик στα ελληνικά - διακόπτης, διακόπτη, διακόπτη προστασίας, προστασίας αγωγών, σπάσιμο
  • дробинка στα ελληνικά - πυροβολισμός, πυροβόλησα, σκάγια, πυροβολώ, σφαιρίδιο, ίζημα, σβώλος, ...
  • дробление στα ελληνικά - συντριπτικός, μοίρα, μοιράζω, διχοτομία, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συντριβή, ...
  • дробленый στα ελληνικά - ψιλοκομμένος, ψιλοκομμένο, τεμαχισμένο, τεμαχισμένα, πρεσαρισμένων
Τυχαίες λέξεις
Дробить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζουλώ, συνωστισμός, λίμπρα, γλύφω, σπάζω, λαξεύω, μύλος, μάντρα, αντεπίθεση, διάλειμμα, συνθλίβω, σκαλίζω, διάλλειμα, λίβρα, εργοστάσιο, κοπανίζω, συντριβή, φλερτ, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συνθλίβετε