Заострить στα ελληνικά
Μετάφραση: заострить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιχμή, ακονίζω, δείχνω, στίγμα, λιώνω, αγγαρεία, τρίζω, επιδεινώνω, αλέθω, ξύνω, επισημαίνω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аккумулятор στα ελληνικά - μπαταρία, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
- вдалбливать στα ελληνικά - τύμπανο, κριάρι, εμβολίζω, πάταγος, σαματάς, αλέθω, άλεσμα, ...
- внутренность στα ελληνικά - εσωτερικό, πυρήνας, μέσα, εντός, στο εσωτερικό, μέσα σε
- вытиснять στα ελληνικά - γραμματόσημο, χαρτόσημα, vytisnyat
Τυχαίες λέξεις
Заострить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιχμή, ακονίζω, δείχνω, στίγμα, λιώνω, αγγαρεία, τρίζω, επιδεινώνω, αλέθω, ξύνω, επισημαίνω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν
Μεταφράσεις: αιχμή, ακονίζω, δείχνω, στίγμα, λιώνω, αγγαρεία, τρίζω, επιδεινώνω, αλέθω, ξύνω, επισημαίνω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν