Инъекция στα ελληνικά
Μετάφραση: инъекция, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυροβολισμός, σκάγια, πυροβόλησα, πυροβολώ, ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесклассовый στα ελληνικά - αταξικός, αταξική, αταξικής, υπερταξικός, αταξικό
- бриз στα ελληνικά - αεράκι, αέρας, ατμόσφαιρα, αύρα, αύρας, αύρα της, παιχνιδάκι
- ведомости στα ελληνικά - εφημερίδα, στοιχεία, δεδομένα, δελτίο, επίσημη εφημερίδα, ΦΕΚ, Κυβερνήσεως, ...
- вовлекать στα ελληνικά - έλκω, εμπλέκομαι, εμπλέκω, ζωγραφίζω, τραβώ, μπλέκω, βουτώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Инъекция στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυροβολισμός, σκάγια, πυροβόλησα, πυροβολώ, ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Μεταφράσεις: πυροβολισμός, σκάγια, πυροβόλησα, πυροβολώ, ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης