Крестник στα ελληνικά
Μετάφραση: крестник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαφτιστήρι, βαφτιστικός, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алтай στα ελληνικά - Αλτάι, altai, Αλαταϊκά, των Αλτάι, Αλταϊ
- брезент στα ελληνικά - πανί, πλέω, καμβάς, μουσαμάς, αδιάβροχο, μουσαμά, από μουσαμά, ...
- восхищаться στα ελληνικά - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
- гуртовщик στα ελληνικά - οδηγός, κτηνηλατής, drover, ζωέμπορος
Τυχαίες λέξεις
Крестник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαφτιστήρι, βαφτιστικός, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών
Μεταφράσεις: βαφτιστήρι, βαφτιστικός, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών