Лес στα ελληνικά

Μετάφραση: лес, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξυλεία, ξύλο, δάσος, δασών, δασικών, των δασών, δάσους
Лес στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • блуждающий στα ελληνικά - περιπατητικός, δόλιος, ύπουλος, περιπλάνηση, περιπλάνησης, περιπλάνησή, περιπλανήσεις, ...
  • вдвоем στα ελληνικά - μαζί, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού
  • вмещающий στα ελληνικά - εξυπηρετικός, συμβιβαστικός, υποδοχή, ελαστικοί, φιλόξενο, εξυπηρετικό
  • душенька στα ελληνικά - αγάπη, αγάπη μου, Ντάρλινγκ, darling, η αγάπη
Τυχαίες λέξεις
Лес στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξυλεία, ξύλο, δάσος, δασών, δασικών, των δασών, δάσους