Неустойка στα ελληνικά
Μετάφραση: неустойка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίμημα, πρόστιμο, κύρωση, ποινή, στερούμαι, θανατικής, θανατική, ποινής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выцветание στα ελληνικά - αποχρωματισμός, αποχρωματισμό, αποχρωματισμού, τον αποχρωματισμό, ο αποχρωματισμός
- грабли στα ελληνικά - τσουγκράνα, rake, γκανιότα, κτένι, γκανιότας
- диалектный στα ελληνικά - καθομιλούμενος, διαλέκτου, διαλεκτικού, οι διαλεκτικοί, προφορικού διαλεκτικού, διαλεκτικές της
- дрессировщик στα ελληνικά - προπονητής, εκπαιδευτής, γυμναστής, εκπαιδευτή, προπονητή
Τυχαίες λέξεις
Неустойка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίμημα, πρόστιμο, κύρωση, ποινή, στερούμαι, θανατικής, θανατική, ποινής
Μεταφράσεις: τίμημα, πρόστιμο, κύρωση, ποινή, στερούμαι, θανατικής, θανατική, ποινής