Носилки στα ελληνικά

Μετάφραση: носилки, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύμβος, απορρίμματα, σκουπίδια, φορείο, φορείου, το φορείο, εκτάσεως, φορεία
Носилки στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антропология στα ελληνικά - ανθρωπολογία, Ανθρωπολογίας, την ανθρωπολογία, της ανθρωπολογίας, Ανθρωπολογικού
  • афелий στα ελληνικά - αφήλιο, αφήλιο το, το αφήλιο, στο αφήλιο
  • демонстрация στα ελληνικά - εμφαίνω, οθόνη, διαδήλωση, βαδίζω, δείχνω, παρεκτροπή, παράσταση, ...
  • дуться στα ελληνικά - είμαι, σκυθρωπιάζω, βρίσκομαι, διανύω, θωπεύω, μελαγχολώ, μουτρώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Носилки στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύμβος, απορρίμματα, σκουπίδια, φορείο, φορείου, το φορείο, εκτάσεως, φορεία