Облик στα ελληνικά

Μετάφραση: облик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλευρά, κοιτάζω, αριθμός, αντικρίζω, άτομο, χαρακτήρας, ατμόσφαιρα, άποψη, βλέμμα, παρουσίαση, εικόνα, εμφάνιση, παρουσιαστικό, ορίζοντας, αμφίεση, κύρος, εικόνας, image, εικόνα από, την εικόνα
Облик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аксессуар στα ελληνικά - κτήμα, ακίνητο, συνεργός, περιουσία, σπίτι, αξεσουάρ, εξάρτημα, ...
  • бескровный στα ελληνικά - ξανθός, χλωμός, αναιμικίς, αναίμακτος, αναίμακτη, αναίμακτο, αναίμακτες
  • дистанционный στα ελληνικά - ψυχρός, απομακρυσμένος, απόκεντρος, απόμακρος, μακρινός, απομακρυσμένο, απομακρυσμένες, ...
  • дружелюбие στα ελληνικά - φιλία, φιλικότητα, τη χρηστικότητα, φιλικότητα προς, χρήστες βρίσκουν τη χρηστικότητα, φιλικότητα προς το
Τυχαίες λέξεις
Облик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλευρά, κοιτάζω, αριθμός, αντικρίζω, άτομο, χαρακτήρας, ατμόσφαιρα, άποψη, βλέμμα, παρουσίαση, εικόνα, εμφάνιση, παρουσιαστικό, ορίζοντας, αμφίεση, κύρος, εικόνας, image, εικόνα από, την εικόνα