Ответчик στα ελληνικά
Μετάφραση: ответчик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατηγορούμενος, εναγόμενος, λογιστής, καθής, καθού, εναγόμενο
Μεταφράσεις
- баскетбол στα ελληνικά - μπάσκετ, το μπάσκετ, καλαθοσφαίρισης, καλαθοσφαίριση, του μπάσκετ
- беж στα ελληνικά - μπεζ, μπέζ, beige, υπόφαιο
- вытравлять στα ελληνικά - διαβρώνω, διαβρώνουν, διαβρώσει, διαβρώσουν, να διαβρώσει, διαβρώνεται
- глазурь στα ελληνικά - σμάλτο, εμαγιέ, αδαμαντίνη, γιαλίζω, γκλασάρω, στιλβώνω, λούστρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Ответчик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατηγορούμενος, εναγόμενος, λογιστής, καθής, καθού, εναγόμενο
Μεταφράσεις: κατηγορούμενος, εναγόμενος, λογιστής, καθής, καθού, εναγόμενο