Парнишка στα ελληνικά
Μετάφραση: парнишка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγόρι, παιδί, Chappie, Η Chappie, Chappie χτυπήθηκε, Ο Chappie χτυπήθηκε, Chappie χτυπήθηκε από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспристрастно στα ελληνικά - ακριβοδίκαια, αρκετά, δίκαια, αμερόληπτα, αμεροληψία, με αμεροληψία, αμερόληπτο, ...
- вывих στα ελληνικά - εξάρθρωση, μετατόπιση, εξάρθρωσης, εξάρθρημα, αποδιάρθρωση
- декорум στα ελληνικά - ευπρέπεια, κοσμιότητα, ευπρέπειας, ευπρέπειά, την ευπρέπεια, decorum
- достопамятный στα ελληνικά - αξέχαστος, αξιομνημόνευτος, αλησμόνητος, αξέχαστες, αξέχαστη, αξέχαστο, αξιοσημείωτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Парнишка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγόρι, παιδί, Chappie, Η Chappie, Chappie χτυπήθηκε, Ο Chappie χτυπήθηκε, Chappie χτυπήθηκε από
Μεταφράσεις: αγόρι, παιδί, Chappie, Η Chappie, Chappie χτυπήθηκε, Ο Chappie χτυπήθηκε, Chappie χτυπήθηκε από