Перепел στα ελληνικά
Μετάφραση: перепел, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορτύκι, ορτύκια, ορτυκιού, ορτυκιών, τα ορτύκια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бороздка στα ελληνικά - σκοράρω, χαντάκι, εντομή, εικοσαριά, σκορ, αυλακώνω, αυλάκι, ...
- вспыльчивый στα ελληνικά - εμπαθής, βιαστικός, φλογερός, βίαιος, εσπευσμένος, παθιασμένος, εμπρηστικός, ...
- выбриваться στα ελληνικά - ξυρίζομαι, ξυρισμένα, ξυρισμένο, ξυρίζεται, ξυρισμένη, ξυριστεί
- дружинник στα ελληνικά - εθελοντής, σωματοφύλακας, druzhinnik
Τυχαίες λέξεις
Перепел στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορτύκι, ορτύκια, ορτυκιού, ορτυκιών, τα ορτύκια
Μεταφράσεις: ορτύκι, ορτύκια, ορτυκιού, ορτυκιών, τα ορτύκια