Переселение στα ελληνικά
Μετάφραση: переселение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδοιπορία, κίνημα, αποδημία, μετανάστευση, κίνηση, μετατόπιση, μετεγκατάσταση, μετεγκατάστασης, μετεγκαταστάσεις, τη μετεγκατάσταση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ввести στα ελληνικά - εργαλείο, όργανο, επιβάλλω, θεσπίζω, εισάγω, συστήνω, υλοποιώ, ...
- вероучение στα ελληνικά - πίστη, θρήσκευμα, δόγμα, θρησκείας, το θρήσκευμα
- вспыльчивый στα ελληνικά - εμπαθής, βιαστικός, φλογερός, βίαιος, εσπευσμένος, παθιασμένος, εμπρηστικός, ...
- драконник στα ελληνικά - drakonnik
Τυχαίες λέξεις
Переселение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδοιπορία, κίνημα, αποδημία, μετανάστευση, κίνηση, μετατόπιση, μετεγκατάσταση, μετεγκατάστασης, μετεγκαταστάσεις, τη μετεγκατάσταση
Μεταφράσεις: οδοιπορία, κίνημα, αποδημία, μετανάστευση, κίνηση, μετατόπιση, μετεγκατάσταση, μετεγκατάστασης, μετεγκαταστάσεις, τη μετεγκατάσταση