Повествовать στα ελληνικά
Μετάφραση: повествовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφηγούμαι, λέω, ξεχωρίζω, περιγράφω, διηγούμαι, αφηγούνται, διηγούνται, αφηγηθεί, διηγηθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- геликон στα ελληνικά - Ελικών, Ελικώνα, Helicon, Ελικώνος, τον Ελικώνα
- грохать στα ελληνικά - σταγόνα, μειώνομαι, ρανίδα, κτύπημα, Έκρηξη, κτυπήσει, χτυπάτε, ...
- дебит στα ελληνικά - άφεση, απολύω, εκπυρσοκρότηση, εκροή, παραγωγή, εξόδου, έξοδο, ...
- доводиться στα ελληνικά - έχε, έχω, κοινοποιούνται, ανακοινώνονται, γνωστοποιούνται, κοινοποιείται, ανακοινώνεται
Τυχαίες λέξεις
Повествовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφηγούμαι, λέω, ξεχωρίζω, περιγράφω, διηγούμαι, αφηγούνται, διηγούνται, αφηγηθεί, διηγηθεί
Μεταφράσεις: αφηγούμαι, λέω, ξεχωρίζω, περιγράφω, διηγούμαι, αφηγούνται, διηγούνται, αφηγηθεί, διηγηθεί