Польза στα ελληνικά

Μετάφραση: польза, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμοιβή, τόκος, ρουσφέτι, επωφελούμαι, χρησιμότητα, πλεονέκτημα, κέρδος, χρήση, επίδομα, ευνοώ, χρησιμεύω, ωφελώ, ανταμοιβή, ενδιαφέρον, απολαβή, ωφέλεια, όφελος, οφέλους, παροχών, παροχή
Польза στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бабье στα ελληνικά - Ινδός, ινδική, Ινδικό, Ινδικού, ινδικές
  • гольф στα ελληνικά - γκολφ, Γήπεδο, Golf, του γκολφ, γήπεδα
  • демонстративный στα ελληνικά - αιχμηρός, μυτερός, εμφατικός, εκδηλωτικός, επιδεικτικών, επιδεικτική, επιδεικτικό, ...
  • дисконтер στα ελληνικά - discounter, προσφέροντος έκπτωση, Discounter υπολογίζει, Εργαλείο Έκπτωσης
Τυχαίες λέξεις
Польза στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμοιβή, τόκος, ρουσφέτι, επωφελούμαι, χρησιμότητα, πλεονέκτημα, κέρδος, χρήση, επίδομα, ευνοώ, χρησιμεύω, ωφελώ, ανταμοιβή, ενδιαφέρον, απολαβή, ωφέλεια, όφελος, οφέλους, παροχών, παροχή