Прибирать στα ελληνικά
Μετάφραση: прибирать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγυρίζω, συγυρισμένος, τοποθετώ, αρκετός, μετακομίζω, κάνω, τακτοποιώ, βάζω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безгрешность στα ελληνικά - αθωότητα, αναμάρτητο, αναμαρτησία, αναμάρτητος, αναμαρτησίας, αθωότητά
- вампир στα ελληνικά - βρυκόλακας, βαμπίρ, βρικόλακα, βρικόλακας, vampire
- графология στα ελληνικά - γραφολογία, γραφολογίας, η γραφολογία, την γραφολογία, της γραφολογίας
- единокровность στα ελληνικά - συγγένεια αίματος, αιμομιξίας, συγγένειας, εξ αίματος συγγένεια
Τυχαίες λέξεις
Прибирать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγυρίζω, συγυρισμένος, τοποθετώ, αρκετός, μετακομίζω, κάνω, τακτοποιώ, βάζω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει
Μεταφράσεις: συγυρίζω, συγυρισμένος, τοποθετώ, αρκετός, μετακομίζω, κάνω, τακτοποιώ, βάζω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει