Привлекательность στα ελληνικά

Μετάφραση: привлекательность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέλγω, έφεση, μαγεύω, τραβώ, θέαμα, γοητεύω, έλξη, δελεάζω, ελκυστικότητα, ελκυστικότητας, της ελκυστικότητας, την ελκυστικότητα, ελκυστικότητά
Привлекательность στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воздержавшийся στα ελληνικά - απείχαν, αποχή, απείχε, απείχα, απείχαμε
  • выслуживаться στα ελληνικά - αίξ, buck, το buck, δολάριο, υποβιβασμού
  • гастроном στα ελληνικά - καλοφαγάς, εκλεκτά τρόφιμα, Deli, ντελικατέσεν, Δελή, Ντελή
  • душить στα ελληνικά - μυρωδιά, ασφυκτιώ, οσμή, πνίγω, ευωδία, άρωμα, στραγγαλίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Привлекательность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέλγω, έφεση, μαγεύω, τραβώ, θέαμα, γοητεύω, έλξη, δελεάζω, ελκυστικότητα, ελκυστικότητας, της ελκυστικότητας, την ελκυστικότητα, ελκυστικότητά