Промерзнуть στα ελληνικά
Μετάφραση: промерзнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρουσταλλιάζω, καταψύχω, παγώνω, να παγώσουν, να παγώσει, να καταψυχθούν, να καταψύχονται, να δεσμευθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безличность στα ελληνικά - απρόσωπου, απροσωπία, απροσωπίας, απρόσωπο, η απροσωπία
- желток στα ελληνικά - κρόκος, κρόκο, κρόκου, τον κρόκο, λέκιθο
- жила στα ελληνικά - φλέβα, χορδή, σθένος, μαέστρος, μυς, φλέβας, πνεύμα, ...
- забраковывать στα ελληνικά - απορρίπτω, απορρίψει, απορρίπτει, απορρίπτουν, να απορρίψει
Τυχαίες λέξεις
Промерзнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρουσταλλιάζω, καταψύχω, παγώνω, να παγώσουν, να παγώσει, να καταψυχθούν, να καταψύχονται, να δεσμευθούν
Μεταφράσεις: κρουσταλλιάζω, καταψύχω, παγώνω, να παγώσουν, να παγώσει, να καταψυχθούν, να καταψύχονται, να δεσμευθούν